86 Μαρτωβρίου. Μεταξύ μέρας και νύχτας.
Σήμερα ήρθε ο κλητήρας και με κάλεσε –επιτακτικά– να παρουσιαστώ στην υπηρεσία μου. Εδώ και τρεις βδομάδες δεν είχα πατήσει το πόδι μου στο γραφείο. Όμως οι άνθρωποι είναι άδικοι – λογαριάζουν τα πάντα με τις βδομάδες. Πρόκειται για πρακτική που ανακάλυψαν οι Εβραίοι, γιατί ο ραβίνος τους πλενόταν εκείνη τη στιγμή. Συμμορφώθηκα στην απαίτησή του μόνο και μόνο για το αστείο του πράγματος. Ο τμηματάρχης νόμιζε πως θα έσκυβα ταπεινά το κεφάλι μπροστά του και θα ζητούσα συγχώρεση∙ όμως εγώ τον κοίταξα αδιάφορα, ούτε θυμωμένα ούτε μειλίχια, και κάθισα ήσυχα ήσυχα στη θέση μου, λες και δεν τον είδα καν. Έριξα μια ματιά σε όλον αυτόν τον συρφετό γραφιάδων γύρω μου και αναλογίστηκα: «Αν ξέρατε ποιος βρίσκεται ανάμεσά σας! Κύριε των δυνάμεων! Τι σαματά θα κάνατε! Ακόμα κι ο τμηματάρχης θα υποκλινόταν μπροστά στην Εξοχότητά μου, όπως κάνει κάθε φορά που βλέπει τον διευθυντή». Ένας σωρός εγγράφων υψωνόταν στο τραπέζι μπροστά μου∙ έπρεπε να κάνω την περίληψή τους, όμως εγώ δεν κούνησα ούτε το μικρό μου δαχτυλάκι. Υστέρα από λίγη ώρα δημιουργήθηκε φοβερή αναστάτωση στο γραφείο. Αμέσως κυκλοφόρησε η είδηση πως από στιγμή σε στιγμή θα κατέφτανε ο διευθυντής. Πολλοί από τους υπαλλήλους άρχισαν να συναγωνίζονται μεταξύ τους, στην προσπάθεια που κατέβαλλε καθένας ξεχωριστά ώστε να τραβήξει την προσοχή του ανώτερού του και να κερδίσει –γιατί όχι;– ακόμα και την εύνοιά του. Εγώ, πάλι, δεν κουνήθηκα απ’ τη θέση μου. Μόλις μπήκε στην αίθουσα, οι πάντες έσπευσαν να κουμπώσουν τα σακάκια τους∙ εγώ έμεινα όπως ήμουν. Τι σημαίνει διευθυντής; Να σηκωθώ εγώ μπροστά του; Ποτέ. Τι διευθυντής είναι; Φελλός είναι∙ όχι διευθυντής. Ένας απλός, συνηθισμένος φελλός – τίποτα παραπάνω. Το καταχάρηκα μόλις μου έφεραν ένα έγγραφο να το υπογράψω. Νόμιζαν πως θα έγραφα απλώς το όνομά μου στην άκρη του χαρτιού. Γραφέας τάδε κ.λπ. Λάθος! Στο πάνω μέρος του εγγράφου, εκεί που υπογραφεί συνήθως ο διευθυντής, εγώ υπέγραψα φαρδιά-πλατιά: Φερδινάνδος Η΄. Έπρεπε να βλέπατε τη σιωπή που απλώθηκε στον χώρο. Εγώ όμως έκανα ένα νεύμα με το χέρι μου και είπα: «Κύριοι, δεν χρειάζεται να τηρείτε όλη αυτήν την εθιμοτυπία». Κατόπιν, βγήκα έξω και πήρα τον δρόμο για το σπίτι του διευθυντή. Απουσίαζε από την οικία του. Ο υπηρέτης θέλησε να μου απαγορεύσει την είσοδο, όμως εγώ του μίλησα κατά τέτοιον τρόπο που κυριολεκτικά σάστισε και αναγκάστηκε να με αφήσει να περάσω. Πήγα κατ’ ευθείαν στο μπουντουάρ της Σοφίας. Καθόταν μπροστά από έναν καθρέφτη. Μόλις με αντίκρισε, πετάχτηκε όρθια ξαφνιασμένη κι έκανε ένα βήμα προς τα πίσω. Δεν της ανέφερα πως ήμουν ο βασιλιάς της Ισπανίας, όμως τη διαβεβαίωσα πως, αν με ακολουθούσε, την περίμενε ανείπωτη ευτυχία που ούτε καν τη φανταζόταν, κι ακόμα, πως θα μέναμε μαζί για πάντα παρά τα τεχνάσματα και τις ραδιουργίες των εχθρών μας. Δεν ήθελα να της πω κάτι άλλο και βγήκα από το δωμάτιο. Αχ, πόσο πανούργα πλάσματα είναι τελικά οι γυναίκες! Τώρα γνωρίζω την αληθινή τους φύση. Μέχρι στιγμής κανείς δεν ήξερε ποιον αγαπάει πραγματικά μια γυναικά. Είμαι ο πρώτος που το ανακάλυψε: ε, λοιπόν, τον διάβολο αγαπάει. Μάλιστα∙ και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία περί τούτου. Αυτά που γράφουν οι σοφοί είναι ανοησίες – δηλαδή πως η γυναικά είναι αυτό κι εκείνο και το άλλο. Αγαπάει τον διάβολο. Αυτό είναι όλο και τίποτα παραπάνω. Βλέπεις μια γυναίκα να κάθεται στην πρώτη σειρά στο θεωρείο και να παρακολουθεί με τα φασαμέν της. Νομίζεις πως κοιτάζει εκείνον τον καλοφτιαγμένο, επιβλητικό άντρα με το παράσημο στο στήθος; Ούτε κατά διάνοια! Αυτή κοιτάζει τον διάβολο που στέκεται πίσω απ’ την πλάτη του. Τον διάβολο που κρύφτηκε στο φράκο του και της κάνει δελεαστικά νεύματα με το δάχτυλό του. Και τον παντρεύεται. Μα την αλήθεια! Τον παίρνει γι’ άντρα της. Όλο αυτό το σκυλολόι αξιωματούχων –παιδιά σεβάσμιων οικογενειών– χαμοκυλιέται και περιφέρεται στην Αυλή. Διατείνονται πως είναι πατριώτες και ζητούν ν’ αυξηθεί ο μισθός τους. Για το χρήμα πουλάνε τη μάνα τους, τον πατέρα τους, τον Θεό τον ίδιο, αν χρειαστεί. Κενόδοξοι έμποροι της θρησκείας – γιατί κάτω από τη γλώσσα υπάρχει μια μικρή φλύκταινα μέσα στην οποία λουφάζει ένα σκουλήκι σε μέγεθος κεφαλιού καρφίτσας. Κι όλα αυτά τα κάνει ένας κουρέας στην οδό Μπιζελιών∙ δεν θυμάμαι τ’ όνομά του αυτήν τη στιγμή, μα είναι γνωστό πως συνεργάζεται με μια μαία για να διαδώσουν τον Μωαμεθανισμό σε ολόκληρο τον κόσμο∙ συνέπεια του εν λόγω σχεδίου συνιστά το γεγονός πως ένας μεγάλος αριθμός των κατοίκων της Γαλλίας έχει ασπαστεί την πίστη του Μωάμεθ.
Χωρίς ημερομηνία. Εκείνη η μέρα δεν είχε ημερομηνία.
Βάδιζα ινκόγκνιτο στη λεωφόρο Νέφσκι. Πέρασε με την άμαξά του ο Αυτοκράτορας. Όλος ο κόσμος έβγαλε το καπέλο του – ακόμα κι εγώ. Ωστόσο προσπάθησα να μην αποκαλύψω την ταυτότητά μου: πως ήμουν ο βασιλιάς της Ισπανίας. Θεώρησα ανάρμοστη εκ μέρους μου μια τέτοια κίνηση, καθότι πρώτα έπρεπε να παρουσιαστώ στην Αυλή. Με συγκράτησε επίσης το γεγονός πως δεν φορούσα την ισπανική εθνική φορεσιά. Αν είχα τουλάχιστον έναν μανδύα! Θέλησα ν’ απευθυνθώ γι’ αυτόν τον σκοπό σε έναν ράφτη, όμως η εν λόγω κάστα επαγγελματιών αποτελείται πραγματικά από ηλίθιους. Επιπλέον, παραμελούν τη δουλειά τους, ψευτοανακατεύονται στα πολιτικά και χασομερούν. Γι’ αυτό κι εγώ έφτιαξα έναν μανδύα από την καινούργια επίσημη στολή μου, την οποία είχα φορέσει μόνο δύο φορές. Όμως για να μην μου στήσουν καμιά παγίδα αυτοί οι σκιτζήδες, κλειδαμπάρωσα τις πόρτες στο σπίτι μου για να μην με δει κανείς και τον έφτιαξα μόνος. Εφόσον το κόψιμο έπρεπε να είναι εντελώς διαφορετικό, πήρα ένα ψαλίδι κι έσκισα σε κομμάτια τη στολή μου.
Δεν θυμάμαι ημερομηνία. Ο διάβολος ξέρει μόνο ποιον μηνά έγιναν όλα αυτά.
Τώρα ο μανδύας είναι έτοιμος. Μόλις τον φόρεσα, η Μαύρα έβαλε τις φωνές. Δεν θα παρουσιαστώ ακόμα στην Αυλή∙ η ισπανική αντιπροσωπεία δεν έχει φτάσει μέχρι στιγμής. Δεν αρμόζει να παρουσιαστώ χωρίς συνοδεία. Η εμφάνισή μου θα χάσει σε μεγαλοπρέπεια και επιβλητικότητα. Απ’ ώρα σε ώρα περιμένω τα μέλη της αντιπροσωπείας.
Ημερομηνία 1η
Η υπερβολική αργοπορία της άφιξής τους μ’ έχει αφήσει κυριολεκτικά κατάπληκτο. Ποια μπορεί να είναι η αιτία αυτής της καθυστέρησης; Πιθανώς ν’ αναμιγνύεται η Γαλλία σ’ αυτήν την ιστορία. Πάντοτε είναι εχθρικά διακειμένη απέναντί μας. Πήγα στο ταχυδρομείο να ρωτήσω αν είχε φτάσει η ισπανική αντιπροσωπεία. Ο διευθυντής του ταχυδρομείου πρόκειται για άνθρωπο εντελώς ηλίθιο – δεν ξέρει τι του γίνεται. «Όχι», μου αποκρίθηκε, «δεν υπάρχουν Ισπανοί πρεσβευτές εδώ. Αν όμως θέλετε να τους γράψετε επιστολή, θα τη στείλουμε, εφόσον μας καταβάλετε το απαραίτητο αντίτιμο». Να πάρει ο διάβολος! Τι τη θέλω την επιστολή; Πρόκειται καθαρά περί ανοησίας. Επιστολές γράφουν οι φαρμακοποιοί, αφού βουτήξουν πρώτα τη γλώσσα τους στο ξίδι∙ ειδάλλως, το πρόσωπό τους γεμίζει φλύκταινες.
Σήμερα ήρθε ο κλητήρας και με κάλεσε –επιτακτικά– να παρουσιαστώ στην υπηρεσία μου. Εδώ και τρεις βδομάδες δεν είχα πατήσει το πόδι μου στο γραφείο. Όμως οι άνθρωποι είναι άδικοι – λογαριάζουν τα πάντα με τις βδομάδες. Πρόκειται για πρακτική που ανακάλυψαν οι Εβραίοι, γιατί ο ραβίνος τους πλενόταν εκείνη τη στιγμή. Συμμορφώθηκα στην απαίτησή του μόνο και μόνο για το αστείο του πράγματος. Ο τμηματάρχης νόμιζε πως θα έσκυβα ταπεινά το κεφάλι μπροστά του και θα ζητούσα συγχώρεση∙ όμως εγώ τον κοίταξα αδιάφορα, ούτε θυμωμένα ούτε μειλίχια, και κάθισα ήσυχα ήσυχα στη θέση μου, λες και δεν τον είδα καν. Έριξα μια ματιά σε όλον αυτόν τον συρφετό γραφιάδων γύρω μου και αναλογίστηκα: «Αν ξέρατε ποιος βρίσκεται ανάμεσά σας! Κύριε των δυνάμεων! Τι σαματά θα κάνατε! Ακόμα κι ο τμηματάρχης θα υποκλινόταν μπροστά στην Εξοχότητά μου, όπως κάνει κάθε φορά που βλέπει τον διευθυντή». Ένας σωρός εγγράφων υψωνόταν στο τραπέζι μπροστά μου∙ έπρεπε να κάνω την περίληψή τους, όμως εγώ δεν κούνησα ούτε το μικρό μου δαχτυλάκι. Υστέρα από λίγη ώρα δημιουργήθηκε φοβερή αναστάτωση στο γραφείο. Αμέσως κυκλοφόρησε η είδηση πως από στιγμή σε στιγμή θα κατέφτανε ο διευθυντής. Πολλοί από τους υπαλλήλους άρχισαν να συναγωνίζονται μεταξύ τους, στην προσπάθεια που κατέβαλλε καθένας ξεχωριστά ώστε να τραβήξει την προσοχή του ανώτερού του και να κερδίσει –γιατί όχι;– ακόμα και την εύνοιά του. Εγώ, πάλι, δεν κουνήθηκα απ’ τη θέση μου. Μόλις μπήκε στην αίθουσα, οι πάντες έσπευσαν να κουμπώσουν τα σακάκια τους∙ εγώ έμεινα όπως ήμουν. Τι σημαίνει διευθυντής; Να σηκωθώ εγώ μπροστά του; Ποτέ. Τι διευθυντής είναι; Φελλός είναι∙ όχι διευθυντής. Ένας απλός, συνηθισμένος φελλός – τίποτα παραπάνω. Το καταχάρηκα μόλις μου έφεραν ένα έγγραφο να το υπογράψω. Νόμιζαν πως θα έγραφα απλώς το όνομά μου στην άκρη του χαρτιού. Γραφέας τάδε κ.λπ. Λάθος! Στο πάνω μέρος του εγγράφου, εκεί που υπογραφεί συνήθως ο διευθυντής, εγώ υπέγραψα φαρδιά-πλατιά: Φερδινάνδος Η΄. Έπρεπε να βλέπατε τη σιωπή που απλώθηκε στον χώρο. Εγώ όμως έκανα ένα νεύμα με το χέρι μου και είπα: «Κύριοι, δεν χρειάζεται να τηρείτε όλη αυτήν την εθιμοτυπία». Κατόπιν, βγήκα έξω και πήρα τον δρόμο για το σπίτι του διευθυντή. Απουσίαζε από την οικία του. Ο υπηρέτης θέλησε να μου απαγορεύσει την είσοδο, όμως εγώ του μίλησα κατά τέτοιον τρόπο που κυριολεκτικά σάστισε και αναγκάστηκε να με αφήσει να περάσω. Πήγα κατ’ ευθείαν στο μπουντουάρ της Σοφίας. Καθόταν μπροστά από έναν καθρέφτη. Μόλις με αντίκρισε, πετάχτηκε όρθια ξαφνιασμένη κι έκανε ένα βήμα προς τα πίσω. Δεν της ανέφερα πως ήμουν ο βασιλιάς της Ισπανίας, όμως τη διαβεβαίωσα πως, αν με ακολουθούσε, την περίμενε ανείπωτη ευτυχία που ούτε καν τη φανταζόταν, κι ακόμα, πως θα μέναμε μαζί για πάντα παρά τα τεχνάσματα και τις ραδιουργίες των εχθρών μας. Δεν ήθελα να της πω κάτι άλλο και βγήκα από το δωμάτιο. Αχ, πόσο πανούργα πλάσματα είναι τελικά οι γυναίκες! Τώρα γνωρίζω την αληθινή τους φύση. Μέχρι στιγμής κανείς δεν ήξερε ποιον αγαπάει πραγματικά μια γυναικά. Είμαι ο πρώτος που το ανακάλυψε: ε, λοιπόν, τον διάβολο αγαπάει. Μάλιστα∙ και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία περί τούτου. Αυτά που γράφουν οι σοφοί είναι ανοησίες – δηλαδή πως η γυναικά είναι αυτό κι εκείνο και το άλλο. Αγαπάει τον διάβολο. Αυτό είναι όλο και τίποτα παραπάνω. Βλέπεις μια γυναίκα να κάθεται στην πρώτη σειρά στο θεωρείο και να παρακολουθεί με τα φασαμέν της. Νομίζεις πως κοιτάζει εκείνον τον καλοφτιαγμένο, επιβλητικό άντρα με το παράσημο στο στήθος; Ούτε κατά διάνοια! Αυτή κοιτάζει τον διάβολο που στέκεται πίσω απ’ την πλάτη του. Τον διάβολο που κρύφτηκε στο φράκο του και της κάνει δελεαστικά νεύματα με το δάχτυλό του. Και τον παντρεύεται. Μα την αλήθεια! Τον παίρνει γι’ άντρα της. Όλο αυτό το σκυλολόι αξιωματούχων –παιδιά σεβάσμιων οικογενειών– χαμοκυλιέται και περιφέρεται στην Αυλή. Διατείνονται πως είναι πατριώτες και ζητούν ν’ αυξηθεί ο μισθός τους. Για το χρήμα πουλάνε τη μάνα τους, τον πατέρα τους, τον Θεό τον ίδιο, αν χρειαστεί. Κενόδοξοι έμποροι της θρησκείας – γιατί κάτω από τη γλώσσα υπάρχει μια μικρή φλύκταινα μέσα στην οποία λουφάζει ένα σκουλήκι σε μέγεθος κεφαλιού καρφίτσας. Κι όλα αυτά τα κάνει ένας κουρέας στην οδό Μπιζελιών∙ δεν θυμάμαι τ’ όνομά του αυτήν τη στιγμή, μα είναι γνωστό πως συνεργάζεται με μια μαία για να διαδώσουν τον Μωαμεθανισμό σε ολόκληρο τον κόσμο∙ συνέπεια του εν λόγω σχεδίου συνιστά το γεγονός πως ένας μεγάλος αριθμός των κατοίκων της Γαλλίας έχει ασπαστεί την πίστη του Μωάμεθ.
Χωρίς ημερομηνία. Εκείνη η μέρα δεν είχε ημερομηνία.
Βάδιζα ινκόγκνιτο στη λεωφόρο Νέφσκι. Πέρασε με την άμαξά του ο Αυτοκράτορας. Όλος ο κόσμος έβγαλε το καπέλο του – ακόμα κι εγώ. Ωστόσο προσπάθησα να μην αποκαλύψω την ταυτότητά μου: πως ήμουν ο βασιλιάς της Ισπανίας. Θεώρησα ανάρμοστη εκ μέρους μου μια τέτοια κίνηση, καθότι πρώτα έπρεπε να παρουσιαστώ στην Αυλή. Με συγκράτησε επίσης το γεγονός πως δεν φορούσα την ισπανική εθνική φορεσιά. Αν είχα τουλάχιστον έναν μανδύα! Θέλησα ν’ απευθυνθώ γι’ αυτόν τον σκοπό σε έναν ράφτη, όμως η εν λόγω κάστα επαγγελματιών αποτελείται πραγματικά από ηλίθιους. Επιπλέον, παραμελούν τη δουλειά τους, ψευτοανακατεύονται στα πολιτικά και χασομερούν. Γι’ αυτό κι εγώ έφτιαξα έναν μανδύα από την καινούργια επίσημη στολή μου, την οποία είχα φορέσει μόνο δύο φορές. Όμως για να μην μου στήσουν καμιά παγίδα αυτοί οι σκιτζήδες, κλειδαμπάρωσα τις πόρτες στο σπίτι μου για να μην με δει κανείς και τον έφτιαξα μόνος. Εφόσον το κόψιμο έπρεπε να είναι εντελώς διαφορετικό, πήρα ένα ψαλίδι κι έσκισα σε κομμάτια τη στολή μου.
Δεν θυμάμαι ημερομηνία. Ο διάβολος ξέρει μόνο ποιον μηνά έγιναν όλα αυτά.
Τώρα ο μανδύας είναι έτοιμος. Μόλις τον φόρεσα, η Μαύρα έβαλε τις φωνές. Δεν θα παρουσιαστώ ακόμα στην Αυλή∙ η ισπανική αντιπροσωπεία δεν έχει φτάσει μέχρι στιγμής. Δεν αρμόζει να παρουσιαστώ χωρίς συνοδεία. Η εμφάνισή μου θα χάσει σε μεγαλοπρέπεια και επιβλητικότητα. Απ’ ώρα σε ώρα περιμένω τα μέλη της αντιπροσωπείας.
Ημερομηνία 1η
Η υπερβολική αργοπορία της άφιξής τους μ’ έχει αφήσει κυριολεκτικά κατάπληκτο. Ποια μπορεί να είναι η αιτία αυτής της καθυστέρησης; Πιθανώς ν’ αναμιγνύεται η Γαλλία σ’ αυτήν την ιστορία. Πάντοτε είναι εχθρικά διακειμένη απέναντί μας. Πήγα στο ταχυδρομείο να ρωτήσω αν είχε φτάσει η ισπανική αντιπροσωπεία. Ο διευθυντής του ταχυδρομείου πρόκειται για άνθρωπο εντελώς ηλίθιο – δεν ξέρει τι του γίνεται. «Όχι», μου αποκρίθηκε, «δεν υπάρχουν Ισπανοί πρεσβευτές εδώ. Αν όμως θέλετε να τους γράψετε επιστολή, θα τη στείλουμε, εφόσον μας καταβάλετε το απαραίτητο αντίτιμο». Να πάρει ο διάβολος! Τι τη θέλω την επιστολή; Πρόκειται καθαρά περί ανοησίας. Επιστολές γράφουν οι φαρμακοποιοί, αφού βουτήξουν πρώτα τη γλώσσα τους στο ξίδι∙ ειδάλλως, το πρόσωπό τους γεμίζει φλύκταινες.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ