Ο Ευαγγελισμός της Μαρίας
Δεν τρόμαξε γιατί ήλθε ο Άγγελος μέσα -
(το ήξερε πως θα συμβεί)
κι ελάχιστα -καθώς κανείς ξαφνιάζεται,
σαν ηλιαχτίδα ή το φεγγάρι, νύχτα, στο δώμα του φανεί -
το βλέμμα φρόντισε από τη μορφή του Αγγέλου
ν' αποστρέψει -
μόλις που διαισθανόταν τι επώδυνη είναι για τους Αγγέλους
αυτή η παραμονή. (Ω πόσο ήταν αγνή:
αν κατορθώναμε να εννοήσουμε αυτήν τη σκέψη.
Σάμπως και μια ελαφίνα κάποτε στο δάσος ξαπλωμένη
δεν σάστισε το ίδιο, όταν ένιωσε εντός της, αν και ποτέ
αυτή η παραμονή. (Ω πόσο ήταν αγνή:
αν κατορθώναμε να εννοήσουμε αυτήν τη σκέψη.
Σάμπως και μια ελαφίνα κάποτε στο δάσος ξαπλωμένη
δεν σάστισε το ίδιο, όταν ένιωσε εντός της, αν και ποτέ
δεν είχε ζυγαρώσει,
σχήμα ο Μονόκερως να παίρνει,
το άσπιλο ζώο, που πλάστηκε από φως.)
Όχι γιατί ήλθε ο Άγγελος μέσα, αλλά γιατί
έγειρε όψη νεαρού τόσο στενά στο πρόσωπό της,
ώστε το βλέμμα του ενώθηκε
με το δικό της,
σαν να 'χε όλος ο τόπος ξάφνου γύρω τους αδειάσει
κι ό,τι εκατομμύρια κόσμου έβλεπαν κι έπρατταν κι
το άσπιλο ζώο, που πλάστηκε από φως.)
Όχι γιατί ήλθε ο Άγγελος μέσα, αλλά γιατί
έγειρε όψη νεαρού τόσο στενά στο πρόσωπό της,
ώστε το βλέμμα του ενώθηκε
με το δικό της,
σαν να 'χε όλος ο τόπος ξάφνου γύρω τους αδειάσει
κι ό,τι εκατομμύρια κόσμου έβλεπαν κι έπρατταν κι
έπασχαν,
συστρεφόταν εντός τους: αυτή μόνο κι αυτός -
οφθαλμός και νομή του οφθαλμού, βλέμμα και οπτασία
οφθαλμός και νομή του οφθαλμού, βλέμμα και οπτασία
του
πουθενά αλλού - στο ίδιο σημείο, το ένα και μόνο:
δες, κάτι τέτοιο τρομάζει. Κι οι δυο δοκίμασαν τον τρόμο.
Κι εβοήσε τότε οΆγγελος τη μελωδία του.
δες, κάτι τέτοιο τρομάζει. Κι οι δυο δοκίμασαν τον τρόμο.
Κι εβοήσε τότε οΆγγελος τη μελωδία του.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ