Πάνω απ’ το άσυλο
Πάνω απ’ το άσυλο αρμενίζει
ένα φεγγάρι φεγγαροχτυπημένο.
Μια αντρική σκιά βαδίζει
στον κήπο τον κατάλευκο απ’ το φως
κρατώντας το συλλογισμένο
πιγούνι της. Μα, δες αλλιώς
ετούτη την σκηνή∙ καλειδοσκοπικά:
χαρτονομίσματα και μετοχές χορεύουνε μπροστά του,
σ’ ένα ουράνιο τόξο που φλέγεται και πάει.
Ένας πρώην τραπεζίτης,
δέσμιος της γραφειοκρατίας,
βαδίζει τώρα συντροφιά με το φεγγάρι
το φεγγαροχτυπημένο,
πίσω απ’ τον κατάλευκο
μαντρότοιχο του ασύλου.
Αυτό, λοιπόν, θα πει ελευθερία: τη φρικτή
ελευθερία να διασχίζεις
πίσω από τ’ αθέατα τείχη
της διευρυμένης ανθρώπινης συνείδησης,
που ξεδιπλώνεται στην τρομερή,
στην αχανή επικράτεια της σκέψης.
Αυτοκτονία μπροστά σε καθρέφτη
Αυτοκτονία μπροστά σε καθρέφτη.
Μιαν έντρομη ψυχή.
Στα μαύρα δάση ο άνεμος θρηνεί.
Τη νύχτα, συντρίβει την καρδιά μου η καταιγίδα.
Πνεύμα μου, είσαι ο Ιπτάμενος Ολλανδός∙
επιστρέφεις διαρκώς στο πρωταρχικό σκοτάδι,
μεθυσμένο από τ’ ανέμου την τρέλα.
Έξω, σφυρίζει έναν σκοπό ο αστυνομικός.
Φρικτό να ’σαι αδελφός της καταιγίδας!
Φρικτό να ’σαι του ασημένιου ήλιου αδελφός.
Πνεύμα μου, μείνε ψυχρό και σφαγιασμένο∙
μην ψάχνεις σε μέλη νεκρά τη σωτηρία.
Μέσα στο δάσος περπατώ. Μαύροι οι κορμοί.
Δυο δέντρα γέρνουν τα κλαδιά και τα πουλιά τους.
Χάσκει από πάνω ζοφερό το χάσμα του κόσμου.
Αφουγκράζομαι: σκύβω το κεφάλι εντός του.
Έι, εσείς
Έι, εσείς, για δείτε εδώ: βρέχει στις στέγες της Λιουμπλιάνας
και οι νοικοκυραίοι κλείνουν τις γκρίζες κουρτίνες τους και
Πάνω απ’ το άσυλο αρμενίζει
ένα φεγγάρι φεγγαροχτυπημένο.
Μια αντρική σκιά βαδίζει
στον κήπο τον κατάλευκο απ’ το φως
κρατώντας το συλλογισμένο
πιγούνι της. Μα, δες αλλιώς
ετούτη την σκηνή∙ καλειδοσκοπικά:
χαρτονομίσματα και μετοχές χορεύουνε μπροστά του,
σ’ ένα ουράνιο τόξο που φλέγεται και πάει.
Ένας πρώην τραπεζίτης,
δέσμιος της γραφειοκρατίας,
βαδίζει τώρα συντροφιά με το φεγγάρι
το φεγγαροχτυπημένο,
πίσω απ’ τον κατάλευκο
μαντρότοιχο του ασύλου.
Αυτό, λοιπόν, θα πει ελευθερία: τη φρικτή
ελευθερία να διασχίζεις
πίσω από τ’ αθέατα τείχη
της διευρυμένης ανθρώπινης συνείδησης,
που ξεδιπλώνεται στην τρομερή,
στην αχανή επικράτεια της σκέψης.
Αυτοκτονία μπροστά σε καθρέφτη
Αυτοκτονία μπροστά σε καθρέφτη.
Μιαν έντρομη ψυχή.
Στα μαύρα δάση ο άνεμος θρηνεί.
Τη νύχτα, συντρίβει την καρδιά μου η καταιγίδα.
Πνεύμα μου, είσαι ο Ιπτάμενος Ολλανδός∙
επιστρέφεις διαρκώς στο πρωταρχικό σκοτάδι,
μεθυσμένο από τ’ ανέμου την τρέλα.
Έξω, σφυρίζει έναν σκοπό ο αστυνομικός.
Φρικτό να ’σαι αδελφός της καταιγίδας!
Φρικτό να ’σαι του ασημένιου ήλιου αδελφός.
Πνεύμα μου, μείνε ψυχρό και σφαγιασμένο∙
μην ψάχνεις σε μέλη νεκρά τη σωτηρία.
Μέσα στο δάσος περπατώ. Μαύροι οι κορμοί.
Δυο δέντρα γέρνουν τα κλαδιά και τα πουλιά τους.
Χάσκει από πάνω ζοφερό το χάσμα του κόσμου.
Αφουγκράζομαι: σκύβω το κεφάλι εντός του.
Έι, εσείς
Έι, εσείς, για δείτε εδώ: βρέχει στις στέγες της Λιουμπλιάνας
και οι νοικοκυραίοι κλείνουν τις γκρίζες κουρτίνες τους και
κρύβουν τον ήλιο.
Καίγεται η Εντινόστ* στην Τεργέστη.
Και ο Χριστός πηγαίνει στην Κοινωνία των Εθνών.
Όχι ο καλός και όμορφός Χριστός·
όχι αυτός με το ακάνθινο στεφάνι της αγάπης.
Εμφανίστηκε ένας Ψευδοχριστός στη Γενεύη.
Πώς είπατε; Βρέχει και στη Γενεύη;
Ο Χριστός περπάτησε δίπλα στους σκοτεινούς επαναστάτες.
Νάτος στον γκρίζο δρόμο, στην άκρη!
Διώχνει Γραμματείς και Φαρισαίους.
Πυροβολεί και σκοτώνει.
Πυροβολεί και σκοτώνει.
Ω, εσύ, συνεσταλμένο πρόβατο του λευκού έθνους!
Τολμάς ν’ αντικρίσεις τον εαυτό σου στο τζάμι;
* Η πρώτη σλοβενική καθημερινή εφημερίδα που κυκλοφόρησε στην Τεργέστη, το 1876. Η έκδοσή της διακόπηκε βιαίως από το ιταλικό φασιστικό καθεστώς, το 1928.
Συνομιλία στο λυκόφως
Φράξαμε τα παράθυρα.
Λευκά οδοφράγματα.
Οι αυτόχθονες Αμερικάνοι
δεν ξέρουν καν τον νόμο της βαρύτητας.
Κι όμως: σκάει δυναμίτιδα
και στη Νόβαγια Ζέμλια.*
Ε, κύριε, με το αστραχάν καπέλο!
Δεν υπάρχει μέσος όρος
ανάμεσα σε Παλιό και Νέο.
Ο Κόσμος είναι ή παλιός ή νέος.
Λάμνει μία χρυσή βάρκα στον ορίζοντα.
Φυσικοί νόμοι = ηθική;;;
Ο κόσμος θα γίνει κατανοητός
και χωρίς τη φυσική.
Άνθρωποι κρέμονται
απ’ τους στύλους του τηλέγραφου.
Είσοδος: ένα δηνάριο.
Βρέχει.
Ο άνθρωπος μιλάει στον κόσμο:
σ’ ένα αχυρώνα έξω απ’ το παράθυρο.
* Ρωσική νήσος και το ομώνυμο αρχιπέλαγος στην Αρκτική.
Γιατί να θυμώσω;
Γιατί να θυμώσω;
Επειδή έσπασε το ρολόι;
Ο ήλιος μού δείχνει την ώρα.
Το πνεύμα συλλέγει εντυπώσεις.
Αναζητώ κινούμενες εικόνες.
Το γεγονός σάς εξορίζει από την τέχνη.
Κουράγιο, σύντροφοι! Κουράγιο!
Ό,τι χρειάζεστε, σας το προσφέρει
απλόχερα η οδύνη.
Διώχνουμε τον εθνικισμό
σκούζοντας εν χορώ σαν γάτες.
Το μάτι γυρεύει την εικόνα του στο νερό:
εκεί που το πνεύμα μου γαληνεύει.
Πράσινη, ασάλευτη
η αγάπη σου, σαν
είδωλο στο νερό.
Χ.Π.
Περνώ δίπλα από δέντρα σκοτεινά
με βάρκα χρυσή.
Τινάζομαι: σπινθήρας ηλεκτρικός.
Laissez faire.
Γιατί να θυμώσω
με τον ήλιο;
Να πάνε όλοι στο διάβολο!
Ψέματα ο εθνικισμός.
Ψέματα κι η Κοινωνία των Εθνών.
Κάθε φορά που απελπίζομαι μέχρι θανάτου
σκέφτομαι, εσένα, κορίτσι λευκό.
Πράσινες είναι όλες οι εντυπώσεις.
Πράσινη, ασάλευτη
κι ευγενική η αγάπη σου,
όπως τα πράσινα είδωλα στο νερό.
Το πνεύμα συλλέγει εντυπώσεις.
Το ψόφιο πράγμα! Το μάτι σε λήθαργο…
Ένα πνεύμα ενεργό συλλέγει εικόνες.
Δες πίσω· και τώρα, μπρος!
Το γεγονός σάς εξορίζει από την τέχνη.
Κουράγιο, σύντροφοι! Κουράγιο!
Διαθέτω όσο θάρρος διαθέτουν τρεις άντρες μαζί.
Περνάω με βάρκα χρυσή.
Χρειάζεται μόνο
να ανασυρθώ απ’ την οδύνη.
Η Λιουμπλιάνα κοιμάται
Κόκκινο χάος: πλησιάζει η νέα ανθρωπότης!
Η Λιουμπλιάνα κοιμάται.
Σβήνει σε λάμψη κόκκινη η Ευρώπη.
Νεκρές οι τηλεφωνικές γραμμές.
Μα αυτή η συσκευή δεν έχει καλώδιο!
Κατάτυφλο άλογο.
[Τα μάτια σας σχεδιασμένα
από Ιταλό ζωγράφο.]
Πύργοι λευκοί υψώνονται
πίσω από σκοτεινιασμένα τείχη. Παλίρροια.
Βυθίζεται η Ευρώπη σε απόκρημνο τάφο.
Ερχόμαστε σαν θύελλα.
Μ’ αέρια δηλητηριώδη.
[Τα χείλη σας μοιάζουν με φράουλες.]
Η Λιουμπλιάνα κοιμάται.
Ο οδηγός του τραμ κοιμάται.
Διαβάζουν Τα Νέα της Σλοβενίας
στο καφενείο «Η Ευρώπη».
Ακούγεται ο κρότος απ’ τις μπίλιες του μπιλιάρδου.
Εκπορνευόμενη κουλτούρα
Χούφταλα χορτασμένα, πώς ξεπουλήσατε μια ολόκληρη ζωή,
πώς υπήρξατε κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι είχατε ονειρευτεί;
Εγώ απελπίζομαι τρεις φορές τη μέρα:
βλαστημώ και καταριέμαι τους πάντες·
ακόμη κι εμένα.
Ο Ναπολέων εκστρατεύει κατά της Ρωσίας.
Δες πώς μαραίνονται
τα κόκκινα τριαντάφυλλα του φθινοπώρου.
Τι; Δεν πας όπου φυσάει ο άνεμος;
Μα είσαι ηλίθιος;
Αυτό είναι το αληθινό πρόσωπο του ανθρώπου:
καθαρό σαν ήλιο φθινοπώρου
που καθρεφτίζεται σε μάτια βουρκωμένα.
(Τα δάκρυα είναι σαν τα νομίσματα!)
Εκείνος –μαύρος βασιλιάς στην σκακιέρα–
αναζητάει τον σωσία του.
Πρωί πρωί ξεκινάει για το Παρίσι.
Καταστροφή
Ψέματα, ψέματα η Ευρώπη, ψέματα!
Μόνο η καταστροφή μπορεί να την εξοντώσει!
Μόνο η καταστροφή.
Κοινοβούλια, Καθεδρικοί:
ψέματα, ψέματα η Ευρώπη, ψέματα!
Κι η αλληλεγγύη των λαών: ψέματα,
ψέματα η Ευρώπη, ψέματα.
Καταστρέψτε! Καταστρέψτε
τα μουσεία με τους Φαραώ, καταστρέψτε
τους θρόνους των Καλλιτεχνών.
Ψέματα, ψέματα, ψέματα.
Ω, ο Καθεδρικός της Αγίας Σοφίας.*
Οι νεκροί θα σώσουν
την Ευρώπη. Ω κάτωχροι
εσείς νεκροί, φρουροί της Ευρώπης.
Ω ψέματα, ψέματα, ψέματα.
Καταστρέψτε, καταστρέψτε, καταστρέψτε!
Εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν,
κι ακόμη: ψέματα, ψέματα η Ευρώπη, ψέματα.
Καταστρέψτε, καταστρέψτε, καταστρέψτε!
* Μεγαλοπρεπής Καθεδρικός Ναός στο Κίεβο. Ανοικοδομήθηκε τον 11ο αιώνα μ.X.
Η πυραμίδα
Σαν πτώμα σε τύμβο
μαρμάρινο.
Χρυσά δολάρια στην καρδιά του.
Άμμος καίει τα μάτια μας.
Ένας κινητήρας
βουίζει, βουίζει, βουίζει
στα δόντια μου.
Πίσω απ’ τον βράχο η φλόγα μαίνεται, μαίνεται,
μαίνεται.
Η διαδικασία παραγωγής χρυσού προσαρμόζεται κοινωνικά.
Αυτό είναι το τέλος της εξέλιξης.
Το τέλος, άνθρωπε!
Αχ, άνθρωπε!
Ένας άνθρωπος με καρδιά χρυσαφένια
στέκεται
στην κορυφή της λευκής πυραμίδας.
Γκρίζο
Γκρίζο των δρόμων,
γκρίζο της πέτρας
το χρώμα της καρδιάς μου.
ΒΗΜΑΤΑ ΝΕΚΡΑ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ
ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΙ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ.
ΘΕΣ ΝΑ ’ΣΑΙ Ο ΤΥΧΕΡΟΣ;
ΤΟΤΕ ΜΗΝ ΤΟ ΕΥΧΕΣΑΙ.
Δ Υ Ν Α Μ Ι Σ Μ Ο Σ
ΑΚΤΙΒΙΣΜΟΣ
Β
ΒΑΛΚΑΝΙΑ
A A'
Και ο Χριστός πηγαίνει στην Κοινωνία των Εθνών.
Όχι ο καλός και όμορφός Χριστός·
όχι αυτός με το ακάνθινο στεφάνι της αγάπης.
Εμφανίστηκε ένας Ψευδοχριστός στη Γενεύη.
Πώς είπατε; Βρέχει και στη Γενεύη;
Ο Χριστός περπάτησε δίπλα στους σκοτεινούς επαναστάτες.
Νάτος στον γκρίζο δρόμο, στην άκρη!
Διώχνει Γραμματείς και Φαρισαίους.
Πυροβολεί και σκοτώνει.
Πυροβολεί και σκοτώνει.
Ω, εσύ, συνεσταλμένο πρόβατο του λευκού έθνους!
Τολμάς ν’ αντικρίσεις τον εαυτό σου στο τζάμι;
* Η πρώτη σλοβενική καθημερινή εφημερίδα που κυκλοφόρησε στην Τεργέστη, το 1876. Η έκδοσή της διακόπηκε βιαίως από το ιταλικό φασιστικό καθεστώς, το 1928.
Συνομιλία στο λυκόφως
Φράξαμε τα παράθυρα.
Λευκά οδοφράγματα.
Οι αυτόχθονες Αμερικάνοι
δεν ξέρουν καν τον νόμο της βαρύτητας.
Κι όμως: σκάει δυναμίτιδα
και στη Νόβαγια Ζέμλια.*
Ε, κύριε, με το αστραχάν καπέλο!
Δεν υπάρχει μέσος όρος
ανάμεσα σε Παλιό και Νέο.
Ο Κόσμος είναι ή παλιός ή νέος.
Λάμνει μία χρυσή βάρκα στον ορίζοντα.
Φυσικοί νόμοι = ηθική;;;
Ο κόσμος θα γίνει κατανοητός
και χωρίς τη φυσική.
Άνθρωποι κρέμονται
απ’ τους στύλους του τηλέγραφου.
Είσοδος: ένα δηνάριο.
Βρέχει.
Ο άνθρωπος μιλάει στον κόσμο:
σ’ ένα αχυρώνα έξω απ’ το παράθυρο.
* Ρωσική νήσος και το ομώνυμο αρχιπέλαγος στην Αρκτική.
Γιατί να θυμώσω;
Γιατί να θυμώσω;
Επειδή έσπασε το ρολόι;
Ο ήλιος μού δείχνει την ώρα.
Το πνεύμα συλλέγει εντυπώσεις.
Αναζητώ κινούμενες εικόνες.
Το γεγονός σάς εξορίζει από την τέχνη.
Κουράγιο, σύντροφοι! Κουράγιο!
Ό,τι χρειάζεστε, σας το προσφέρει
απλόχερα η οδύνη.
Διώχνουμε τον εθνικισμό
σκούζοντας εν χορώ σαν γάτες.
Το μάτι γυρεύει την εικόνα του στο νερό:
εκεί που το πνεύμα μου γαληνεύει.
Πράσινη, ασάλευτη
η αγάπη σου, σαν
είδωλο στο νερό.
Χ.Π.
Περνώ δίπλα από δέντρα σκοτεινά
με βάρκα χρυσή.
Τινάζομαι: σπινθήρας ηλεκτρικός.
Laissez faire.
Γιατί να θυμώσω
με τον ήλιο;
Να πάνε όλοι στο διάβολο!
Ψέματα ο εθνικισμός.
Ψέματα κι η Κοινωνία των Εθνών.
Κάθε φορά που απελπίζομαι μέχρι θανάτου
σκέφτομαι, εσένα, κορίτσι λευκό.
Πράσινες είναι όλες οι εντυπώσεις.
Πράσινη, ασάλευτη
κι ευγενική η αγάπη σου,
όπως τα πράσινα είδωλα στο νερό.
Το πνεύμα συλλέγει εντυπώσεις.
Το ψόφιο πράγμα! Το μάτι σε λήθαργο…
Ένα πνεύμα ενεργό συλλέγει εικόνες.
Δες πίσω· και τώρα, μπρος!
Το γεγονός σάς εξορίζει από την τέχνη.
Κουράγιο, σύντροφοι! Κουράγιο!
Διαθέτω όσο θάρρος διαθέτουν τρεις άντρες μαζί.
Περνάω με βάρκα χρυσή.
Χρειάζεται μόνο
να ανασυρθώ απ’ την οδύνη.
Η Λιουμπλιάνα κοιμάται
Κόκκινο χάος: πλησιάζει η νέα ανθρωπότης!
Η Λιουμπλιάνα κοιμάται.
Σβήνει σε λάμψη κόκκινη η Ευρώπη.
Νεκρές οι τηλεφωνικές γραμμές.
Μα αυτή η συσκευή δεν έχει καλώδιο!
Κατάτυφλο άλογο.
[Τα μάτια σας σχεδιασμένα
από Ιταλό ζωγράφο.]
Πύργοι λευκοί υψώνονται
πίσω από σκοτεινιασμένα τείχη. Παλίρροια.
Βυθίζεται η Ευρώπη σε απόκρημνο τάφο.
Ερχόμαστε σαν θύελλα.
Μ’ αέρια δηλητηριώδη.
[Τα χείλη σας μοιάζουν με φράουλες.]
Η Λιουμπλιάνα κοιμάται.
Ο οδηγός του τραμ κοιμάται.
Διαβάζουν Τα Νέα της Σλοβενίας
στο καφενείο «Η Ευρώπη».
Ακούγεται ο κρότος απ’ τις μπίλιες του μπιλιάρδου.
Εκπορνευόμενη κουλτούρα
Χούφταλα χορτασμένα, πώς ξεπουλήσατε μια ολόκληρη ζωή,
πώς υπήρξατε κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι είχατε ονειρευτεί;
Εγώ απελπίζομαι τρεις φορές τη μέρα:
βλαστημώ και καταριέμαι τους πάντες·
ακόμη κι εμένα.
Ο Ναπολέων εκστρατεύει κατά της Ρωσίας.
Δες πώς μαραίνονται
τα κόκκινα τριαντάφυλλα του φθινοπώρου.
Τι; Δεν πας όπου φυσάει ο άνεμος;
Μα είσαι ηλίθιος;
Αυτό είναι το αληθινό πρόσωπο του ανθρώπου:
καθαρό σαν ήλιο φθινοπώρου
που καθρεφτίζεται σε μάτια βουρκωμένα.
(Τα δάκρυα είναι σαν τα νομίσματα!)
Εκείνος –μαύρος βασιλιάς στην σκακιέρα–
αναζητάει τον σωσία του.
Πρωί πρωί ξεκινάει για το Παρίσι.
Καταστροφή
Ψέματα, ψέματα η Ευρώπη, ψέματα!
Μόνο η καταστροφή μπορεί να την εξοντώσει!
Μόνο η καταστροφή.
Κοινοβούλια, Καθεδρικοί:
ψέματα, ψέματα η Ευρώπη, ψέματα!
Κι η αλληλεγγύη των λαών: ψέματα,
ψέματα η Ευρώπη, ψέματα.
Καταστρέψτε! Καταστρέψτε
τα μουσεία με τους Φαραώ, καταστρέψτε
τους θρόνους των Καλλιτεχνών.
Ψέματα, ψέματα, ψέματα.
Ω, ο Καθεδρικός της Αγίας Σοφίας.*
Οι νεκροί θα σώσουν
την Ευρώπη. Ω κάτωχροι
εσείς νεκροί, φρουροί της Ευρώπης.
Ω ψέματα, ψέματα, ψέματα.
Καταστρέψτε, καταστρέψτε, καταστρέψτε!
Εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν,
κι ακόμη: ψέματα, ψέματα η Ευρώπη, ψέματα.
Καταστρέψτε, καταστρέψτε, καταστρέψτε!
* Μεγαλοπρεπής Καθεδρικός Ναός στο Κίεβο. Ανοικοδομήθηκε τον 11ο αιώνα μ.X.
Η πυραμίδα
Σαν πτώμα σε τύμβο
μαρμάρινο.
Χρυσά δολάρια στην καρδιά του.
Άμμος καίει τα μάτια μας.
Ένας κινητήρας
βουίζει, βουίζει, βουίζει
στα δόντια μου.
Πίσω απ’ τον βράχο η φλόγα μαίνεται, μαίνεται,
μαίνεται.
Η διαδικασία παραγωγής χρυσού προσαρμόζεται κοινωνικά.
Αυτό είναι το τέλος της εξέλιξης.
Το τέλος, άνθρωπε!
Αχ, άνθρωπε!
Ένας άνθρωπος με καρδιά χρυσαφένια
στέκεται
στην κορυφή της λευκής πυραμίδας.
Γκρίζο
Γκρίζο των δρόμων,
γκρίζο της πέτρας
το χρώμα της καρδιάς μου.
ΒΗΜΑΤΑ ΝΕΚΡΑ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ
ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΙ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ.
ΘΕΣ ΝΑ ’ΣΑΙ Ο ΤΥΧΕΡΟΣ;
ΤΟΤΕ ΜΗΝ ΤΟ ΕΥΧΕΣΑΙ.
Δ Υ Ν Α Μ Ι Σ Μ Ο Σ
ΑΚΤΙΒΙΣΜΟΣ
Β
ΒΑΛΚΑΝΙΑ
A A'
' Εξπρεσιον(ισμός) της ζωής
'' Ασφυκτικός ο χώρος, οικονομική
καταδυνάστευση, πολιτική κ.λπ.
''' Θεμέλια του μέλλοντος
'' Ασφυκτικός ο χώρος, οικονομική
καταδυνάστευση, πολιτική κ.λπ.
''' Θεμέλια του μέλλοντος
Β Β'
AA' – Καταπίεση
BB' – Δράση
[απόλυτα ίση με την] αληθινή εργασία
Φερδινάνδε, φόβε και τρόμε της Αστούριας*
* Επαρχία της βορειοδυτικής Iσπανίας.
Πεύκα
Πεύκα, τα πεύκα: φρίκη άλαλη∙
πεύκα: φρίκη άλαλη∙
πεύκα, πεύκα, πεύκα, πεύκα!
Πεύκα, πεύκα σκοτεινά, τα πεύκα:
φρουροί κάτω από βουνά,
σε πέτρινα λιβάδια
μουρμουρίζουνε βαθιά εξαντλημένα.
Και κάθε που γέρνει δύσμοιρη η ψυχή
–αίθρια νύχτα– πάνω από τα βουνά
ακούω φωνές πνιγμένες
και δεν μπορώ να κοιμηθώ τον ύπνο μου ξανά.
«Φάσματα πεύκα, φάσματα κουρασμένα,
πείτε μου: υποφέρουνε τ’ αδέλφια μου;
Ξεψυχά η μητέρα μου;
Κι ο πατέρας μου; Με αποζητά;»
Μα εκείνα: απάντηση καμιά· θροΐζουν
φάσματα κουρασμένα, φάσματα εφιαλτικά,
λες κι η μητέρα μου ξεψυχά,
λες κι ο πατέρας μου με αποζητά,
λες κι υποφέρουν τ’ αδέλφια μου.
Το χαμόγελο του Βασιλιά Νταντά
Διάταγμα Νο. 35:
αποδείχτηκε –εντελώς ξαφνικά–
πως ο κόκκινος ουρανός
συνιστά εγγενή κίνδυνο για το κράτος.
Εξ ου κι η νύχτα φυλακίζεται
στη μαύρη θάλασσα,
μόλις ο ήλιος παίρνει να δύσει.
Στον τάφο, επάνω στο χρυσό μωσαϊκό,
αστραφτεί το λυκόφως κόκκινο∙
κόκκινο δυνατό.
Ένα έρημο άλογο
περιπλανιέται πάνω από τον αγρό.
Οπτασία μέσα στον κόκκινο ουρανό!
Το άλογο δείχνει μελαγχολικό.
AA' – Καταπίεση
BB' – Δράση
[απόλυτα ίση με την] αληθινή εργασία
Φερδινάνδε, φόβε και τρόμε της Αστούριας*
* Επαρχία της βορειοδυτικής Iσπανίας.
Πεύκα
Πεύκα, τα πεύκα: φρίκη άλαλη∙
πεύκα: φρίκη άλαλη∙
πεύκα, πεύκα, πεύκα, πεύκα!
Πεύκα, πεύκα σκοτεινά, τα πεύκα:
φρουροί κάτω από βουνά,
σε πέτρινα λιβάδια
μουρμουρίζουνε βαθιά εξαντλημένα.
Και κάθε που γέρνει δύσμοιρη η ψυχή
–αίθρια νύχτα– πάνω από τα βουνά
ακούω φωνές πνιγμένες
και δεν μπορώ να κοιμηθώ τον ύπνο μου ξανά.
«Φάσματα πεύκα, φάσματα κουρασμένα,
πείτε μου: υποφέρουνε τ’ αδέλφια μου;
Ξεψυχά η μητέρα μου;
Κι ο πατέρας μου; Με αποζητά;»
Μα εκείνα: απάντηση καμιά· θροΐζουν
φάσματα κουρασμένα, φάσματα εφιαλτικά,
λες κι η μητέρα μου ξεψυχά,
λες κι ο πατέρας μου με αποζητά,
λες κι υποφέρουν τ’ αδέλφια μου.
Το χαμόγελο του Βασιλιά Νταντά
Διάταγμα Νο. 35:
αποδείχτηκε –εντελώς ξαφνικά–
πως ο κόκκινος ουρανός
συνιστά εγγενή κίνδυνο για το κράτος.
Εξ ου κι η νύχτα φυλακίζεται
στη μαύρη θάλασσα,
μόλις ο ήλιος παίρνει να δύσει.
Στον τάφο, επάνω στο χρυσό μωσαϊκό,
αστραφτεί το λυκόφως κόκκινο∙
κόκκινο δυνατό.
Ένα έρημο άλογο
περιπλανιέται πάνω από τον αγρό.
Οπτασία μέσα στον κόκκινο ουρανό!
Το άλογο δείχνει μελαγχολικό.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
7 § ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΡΕΤΣΚΟ ΚΟΣΟΒΕΛ
§1
Σρέτσκο Κοσοβέλ [1904-1926]: ο «Σλοβένος Ρεμπώ». Κι όμως, δεν πρόκειται για διαφημιστικό υπερθεματισμό. H ποιητική διάνοια του Κοσοβέλ και του Ρεμπώ –κυρίως στο Μεθυσμένο Καράβι του τελευταίου– συλλαμβάνει μια γερασμένη, ετοιμοθάνατη Ευρώπη, η παρακμή της οποίας συνοδεύεται από τις φυσικές και κοινωνικές καταστροφές που προξενεί η καπιταλιστική προοπτική και η τεχνολογική ανάπτυξη ενός καινούργιου κόσμου. O Ευρωπαίος άνθρωπος, όσο κι αν αντιτίθεται στο επαπειλούμενο Κακό, όσο κι αν κρίνει ως τερατούργημα τον σύγχρονο πολιτισμό, δεν παύει να αναζητά εκείνη τη λασπωμένη γούβα, που είναι η Ευρώπη, δεν παύει να επιθυμεί τη συντριβή των καθεστηκύιων θεσμών και των φορέων της και να οραματίζεται τη γέννηση μιας Νέας Hπείρου, θεμελιωμένης σε ανθρωπιστικά ιδεώδη – γιατί η Ευρώπη είναι η αμετάκλητη μοίρα του.
§2
Ιμπρεσιονισμός – εξπρεσιονισμός – κονστρουκτιβισμός: οι προφανέστεροι –διαδοχικά– προσανατολισμοί της ποίησης του Κοσοβέλ. Ωστόσο, οι ταξινομήσεις της κριτικής σε τάσεις και σχολές είναι πολύ αφηρημένες, πολύ σχηματικές, για να περιγράψουν ένα τόσο σύνθετο ποιητικό έργο. Εξάλλου, τα συγκεκριμένα λογοτεχνικά ρεύματα συνδιαλέγονται γόνιμα μεταξύ τους και αλληλοσυμπληρώνονται με ντανταϊστικά, σουρεαλιστικά και φουτουριστικά στοιχεία, μέσα στο μεγάλο εργαστήριο των αρχών του 20ού αιώνα.
§3
Για τον Κοσοβέλ, η ποιητική διαδικασία ακολουθεί σπειροειδείς ρυθμούς και κατευθύνσεις – με εξαίρεση ίσως τα κονστρουκτιβιστικά ποιήματά του, τα περίφημα Kons. Μολονότι, στη συγκεκριμένη ενότητα, η κατεύθυνση της ποίησής του παραμένει εξπρεσιονιστική, τα ποιήματα καθαυτά αποκτούν τη μορφή κολάζ και μιαν αισθητική παρουσία ηθελημένα διαφορετική από τη συνήθη αντίληψη για το Ωραίο. H μείξη στοιχείων από όλα τα πρωτοποριακά λογοτεχνικά κινήματα που εμφανίστηκαν στην Ευρώπη, στις αρχές του 20ού αιώνα, συνιστά την ιδιόρρυθμη –και πιθανώς μοναδική στο είδος της– αβανγκάρντ ποίηση του Κοσοβέλ.
§4
Ο Σλοβένος ποιητής έρχεται σε επαφή –μέσω του λογοτεχνικού περιοδικού Zenit– με θεωρητικά κείμενα του ρωσικού κονστρουκτιβισμού. Όμως, η ποίησή του διαφοροποιείται σημαντικά από τη ρωσική αβανγκάρντ. O Κοσοβέλ αντιλαμβάνεται την έννοια του κονστρουκτιβισμού ως έναν συγκερασμό εξπρεσιονισμού, φουτουρισμού και ντανταϊσμού. Κρίνει πως μπορεί να τον επεξεργαστεί και να τον διαμορφώσει σε μια ηθική βάση πάνω στην οποία θα οικοδομηθούν αρμονικά οι ανθρώπινες σχέσεις και συγχρόνως, συναισθάνεται βαθιά την κρίση της Παλαιάς Τάξης: η Ευρώπη βρίσκεται στα πρόθυρα ενός νέου Κατακλυσμού.
§5
H κιβωτός «Ευρώπη», αυτό το πλοίο των τρελών, είναι καταδικασμένο να συντριβεί. H σύγχρονη αστική κοινωνία –και η τέχνη που την εκφράζει– σάπια και δίχως ηθικό ή αισθητικό έρεισμα, θα πασχίσει την αναγέννησή της στο προλεταριάτο, το οποίο εκπροσωπεί τις καινούργιες ηθικές και κοινωνικές αξίες. Όμως η δυναμική του τελευταίου θα απελευθερωθεί μέσα από την κάθαρση της πολιτείας, την οποία φέρνει η πλήρης κατάλυση του καπιταλιστικού μοντέλου οργάνωσής της. Mόνο τότε –και μόνον έτσι– μια νέα μορφή ουμανισμού θα ανοίξει τις πύλες της στην ανθρωποκεντρική Ευρώπη. Μια τέτοια σύλληψη του κόσμου αποκαλύπτει τον ουτοπικό στοχασμό του Κοσοβέλ και τη θεμελιώδη διαφοροποίησή του από την «τεχνολογική» αισιοδοξία του φουτουρισμού.
§6
Ο Κοσοβέλ υπερασπίζεται την κατάλυση κάθε μικροαστικού φορέα που λυμαίνεται την ουσία της τέχνης και του πολιτισμού. Eν τούτοις, δεν απορρίπτει τον συναισθηματισμό, τον λυρικό συμβολισμό και την παράδοση εν γένει. Δεν εξυμνεί το Παρόν· δεν αποθεώνει την ταχύτητα, τη δύναμη, τη βία, τον πόλεμο και την ομορφιά της μηχανής. Όχι μόνο δεν κόβει τους δεσμούς του με την παράδοση, αλλά ενίοτε υιοθετεί τους «τρόπους» της για να διαμορφώσει το αυστηρά προσωπικό του ιδίωμα. Στα χέρια του, η παράδοση μετατρέπεται σε ζωντανό οργανισμό, δοκιμάζει τα όρια και τις δυνατότητές της, αποδιαρθρώνεται και εξελίσσεται με ασυνήθιστους και ευφάνταστους νόμους.
§7
Ο αναγνώστης βρίσκεται μπροστά σε ένα έργο, στο οποίο η αίσθηση του «χαμένου κέντρου» είναι κυρίαρχη∙ σε ένα έργο που υπερασπίζεται την απολυτότητα της ύπαρξης, ένα έργο προφητικό στη σύλληψη και εκφορά της τραγωδίας «άνθρωπος», που υψώνει τον καθρέφτη της συλλογικότητας για να κατοπτριστεί εντός του το Άτομο.