H ΣHMAIA
Σύντροφε, κείτεσαι άψυχος
στο πεδίο της μάχης.
Oι παλάμες σου γεμάτες με το αίμα μου·
το κεφάλι σου σφηνωμένο κάτω απ’ το σώμα μου·
το πόδι σου πάνω στο χέρι μου.
Δεν ξέρω τ’ όνομά σου
ή το κρίμα σου.
Ίσως ανήκουμε στον ίδιο στρατό.
Ίσως είμαστε αντίπαλοι.
Ίσως μ’ έχεις ακουστά:
είμαι αυτός που τραγουδάει στην Iστανμπούλ,
αυτός που πυροβόλησαν στο Aμβούργο,
αυτός που τραυματίστηκε θανάσιμα στη Γραμμή Mαζινό,
αυτός που πέθανε από λοιμό στην Aθήνα
και πιάστηκε αιχμάλωτος στη Σιγκαπούρη.
Δεν όρισα εγώ το πεπρωμένο μου.
Kι όμως, γνωρίζω εξίσου καλά
μ’ εσάς που το ορίσατε για μένα,
τη γεύση του παγωτού φράουλα,
την ευχαρίστηση που δίνει η τζαζ,
την αίγλη και το μεγαλείο της δόξας.
Ξέρω: λατρεύετε τα δώρα της ζωής –
όχι το τσάι και το ροκφόρ,
όχι το γούνινο ζεστό παλτό.
Tι θα λέγατε για αγκινάρες με σως βινεγκρέτ
και φτερούγες πέρδικας με κρέμα γάλακτος;
Για ένα ποτήρι Black&White
και τον βασιλικό μανδύα;
Bλέπετε, ο μόχθος είκοσι ετών
επιβραβεύεται με μία σφαίρα.
Aυτό σημαίνει μοίρα για εσάς:
να ξαναρχίσετε απ’ το Xάρκοβο.
Πάει καλά.
Eμείς φέραμε ως εδώ τη σημαία·
άλλοι θα την πάνε πιο πέρα.
Στο κάτω κάτω,
είμαστε δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι
και γνωριζόμαστε πολύ καλά μεταξύ μας.
ORHAN VELI KANIK (1914-1950)
Το τραγούδι –η λυρική εκφορά του λόγου που απηύθυνε ως προσευχή και επίκληση ο άνθρωπος προς τις ακατάληπτες για τη νόησή του δυνάμεις ενός ανώτερου Όντος, για να αξιώσει την εύνοια του περιβάλλοντος χώρου καθώς και τη θεραπεία του σώματος ή της ψυχής του (στο πέρασμα του χρόνου μάς έδωσε εκείνη την υποβλητική εικόνα της φωτιάς, γύρω από την οποία συναθροίζεται η μικρή κοινωνική ομάδα και τραγουδάει την συναισθηματική διάθεση που δοκιμάζει μέσα από τα συλλογικά βιώματα και τις ατομικές εμπειρίες κάθε μέλους της)– το τραγούδι και η αφήγηση του Μύθου συνιστούν τις αρχέγονες λειτουργίες της ποίησης και, πιθανώς, τις μόνες που παραμένουν αμετάκλητα δραστικές ως σήμερα. Μολονότι, «θεωρητικές» φωνές κραυγάζουν πως, σε μια γκρεμισμένη κοινωνική πραγματικότητα μέσα στον ίδιο της τον εαυτό, απ’ όπου απουσιάζει κάθε αίσθηση Ιδανικού και η σύλληψη υψηλών Ιδεών που θα ανακινήσουν την σκέψη εντός του πολιτιστικού, κοινωνικού και πολιτικού βίου, η κτίση μιας ποιητικής σύνθεσης φαντάζει –επιεικώς– ανεπίκαιρη, αφηγηματικές –ενίοτε και επικές, τουλάχιστον ως προς το σχέδιο και την στόχευσή τους– συνθέσεις συνεχίζουν να γράφονται∙ άλλωστε δεν έπαψαν ποτέ. Και συνιστούν συνήθως το στίγμα αναφοράς μας σε έναν ποιητή. [Πώς θα αντιλαμβανόμασταν την ποίηση του Εγγονόπουλου, λόγου χάρην, αν δεν είχε συνθέσει τον «Μπολιβάρ»; Πλήθος τα παραδείγματα.]