Κυριακή 5 Ιουνίου 2011

Ράινερ Μαρία Ρίλκε: Ανάπαυση κατά τη φυγή στην Αίγυπτο


Αυτοί που γλίτωσαν λαχανιασμένοι

απ’ των νηπίων τη σφαγή,

τι ανεπαίσθητα μεγάλοι

έγιναν καθ’ οδόν: μόλις η πυκνή


ανάγκη του τρόμου διαλύθηκε στο βλέμμα τους: εκείνο

που παράφορο στρεφόταν κάθε τόσο προς τα πίσω,

κι ενώ σκορπούσαν ήδη –με το γκρίζο τους μουλάρι–

σε ολόκληρες πόλεις τον κίνδυνο˙


καθώς, έτσι μικροί –ένα Τίποτα σχεδόν– στην απέραντη

αυτή γη,

πλησίαζαν τους κραταιούς Ναούς,

απανωτά εκρήγνυνταν τα Είδωλα, λες κι είχαν προδοθεί

κι έχασαν εντελώς τα λογικά τους.


Το διανοείσαι; Τόσο απελπισμένα οργίστηκε

το κάθε τι στο πέρασμα τους˙

κι οι ίδιοι ακόμη τρόμαξαν από την δύναμή τους˙

το Βρέφος μόνο έμεινε γαλήνια θαρραλέο.


Εν τούτοις, πάση θυσία έπρεπε

λίγο να ξεκουραστούν. Και τότε, δες:

το δέντρο, που ακίνητο κρεμόταν ψηλά τους,

σαν υπηρέτης υποκλίθηκε μπροστά τους.


Το ίδιο εκείνο δέντρο,

που έστεφε με τα κλαδιά του,

για το Αιώνιο, τα μέτωπα νεκρών Φαραώ,

έγειρε. Ένιωσε ν’ ανθίζουν νέα στέμματα.

Κι αυτοί, καθώς σε όνειρο, κάθισαν από κάτω.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ